Τα πρωινά καπνίζαμε δυο τσιγάρα στη σιωπή
κεράκι σα ν’ανάβαμε
στης προηγούμενης ημέρας το εικόνισμα.
Έτσι γλιστρούσαμε αθόρυβα στη Νέα
και στο βελόνι της απάνω ταπεινά
σαν μελωδιά αργού ρυθμού παιγμένη από σαντούρι
πλεκόμασταν στο ίδιο ύφαντρο μαζί με τον μεγάλο ηλιάτορα
τ’ απέραντο γαλάζιο και τ’ αλμυράκια του νησιού.